- θειωρυχείο
- Παράλιος ακατοίκητος οικισμός (υψόμ. 20 μ.) της Μήλου. Υπάγεται διοικητικά στον δήμο Μήλου του νομού Κυκλάδων.
* * *τοορυχείο θείου.[ΕΤΥΜΟΛ. < θείο (ΙΙ) + ορυχείο (< ορύσσω). Το -ω- λόγω «εκτάσεως εν συνθέσει». Η λ. μαρτυρείται από το 1858 στον Στέφανο Σταυρινάκη].
Dictionary of Greek. 2013.